Σκέψεις που ίσως δεν είναι κακό να λες φωναχτά.
Με ντροπή, καλύπτω και την μύτη με την μάσκα, αισθανόμενη πως έχω χρέος απέναντι σε αυτόν τον άνθρωπο, όσο από το ακουστικό μου έπαιζε, ‘’’Ενα πουλί απόμερο καθόταν στην πλατεία, χάζευε τους περαστικούς και έπινε μπύρα κρύα’’, και τότε τον κοίταξα πιο καλά και τον φαντάστηκα στην ηλικία μου να τρέχει παλικάρι, γεμάτος νιότη και με τα χέρια στις τσέπες στην πλατεία γηροκομείου, στην πλατεία Καίρη, σε όλου του κόσμου τις πλατείες, να πίνει μπύρες και κρασιά, να σέρνει τους χορούς, να είναι πρώτος στον κύκλο, να ερωτεύεται, να σκοντάφτει, να κοπιάζει και εκεί πάλι συνέχισα το βάδισμά μου.
Περισσότερο να έκλαιγα με λυγμούς τώρα, ίσως επειδή είχα να αγκαλιάσω την δική μου γιαγιά κοντά ένα χρόνο τώρα. ΄Εγινα 18 και δεν την άφησα να με φιλήσει, στα γενέθλιά της τον Αύγουστο, ούτε το χέρι δεν της έσφιξα και όταν γιορτάσαμε παρέα τον Νοέμβρη το όνομά μας, γύρισε και μου είπε όλο παράπονο, ‘’Έλα να σου δώσω ένα φιλί’’, ‘’Όχι γιαγιά, να χαρείς από μακριά να μου το στείλεις, ποτέ δεν ξέρεις’’. Έχω να την αγκαλιάσω κοντά ένα χρόνο τώρα, ώσπου μια μέρα κάτι της λέω και παρατάει κι εκείνη το δικό της πι, μου πιάνει το χέρι και το φιλάει. Την αποπαίρνω και φέρνω αμέσως το οινόπνευμα, ενώ με του που το βλέπει λέει, ‘’Το οινόπνευμα είναι για τα κοντύλια(ο αυχένας και οι ώμοι), ο Θεός ξέρει’’.
Αν εμείς έχουμε κουραστεί μία, εκείνοι ίσως δέκα. Δεν είναι περισσότερο αγανακτισμένοι για τον κίνδυνο, αλλά για τα νιάτα που οι ίδιοι έζησαν-όπως και να τα έζησαν- και τώρα μας τα στερούν. Η πλέιλιστ έχει προχωρήσει και τώρα από το ακουστικό βγαίνει μια βροντερή φωνή, ‘’Μωρ’ φέρε τα νταούλια, φέρε τα βιολιά, πιάσε το μπαστούνι μου Αναστασιά’’.
Μοιράσου αγάπη,
Κατερίνα Ζ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου